Την περιοχή εκάλυπταν πεύκα και προς τα βορειοανατολικά, στο Πάτημα, ήσαν αμπέλια και συκιές που ανήκαν σε Λιοπεσιώτες. Ένας από αυτούς ήταν και ο Αθανάσιος Πρίφτης που γύρω στα 1920 ήρθε και εγκαταστάθηκε εδώ, κτίζοντας ένα σπιτάκι στην άκρη των κτημάτων του (στην γωνία των σημερινών οδών Ολύμπου και Αγ. Αντωνίου που, βέβαια, τότε δεν υπήρχαν).
Μια δεκαετία αργότερα, οκτώ Αθηναίοι και Χαλανδριώτες είχαν αποφασίσει να δημιουργήσουν λίγο πιο πάνω από την Φραγκοκλησιά, στην δεξιά πλευρά της λεωφόρου Πεντέλης, ένα νέον παραθεριστικό οικισμό. Μεταξύ αυτών ήταν και ο πατέρας μου, ο Χρήστος Ι. . Χατζιώτης που ήταν γιατρός. Και κείνα τα χρόνια, καθώς η φυματίωση αποτελούσε σοβαρή πληγή για τον ελληνικό λαό, οι γιατροί συνιστούσαν επίμονα για παραθερισμό το βουνό, όχι την θάλασσα.
Ήταν, άραγε, αυτή η αιτία που ο πατέρας επέλεξε τους πρόποδες της Πεντέλης για να κτίσει το εξοχικό του; 'Η μήπως κάποια ανομολόγητη νοσταλγία για το ορεινό χωριό της Αιγιαλείας, που είχε εγκαταλείψει στις αρχές του αιώνος προκειμένου να σπουδάσει στην Αθήνα κι αργότερα στην Γαλλία και την Ελβετία;
Ποτέ δεν επήρα μια ξεκάθαρη απάντηση στα ερωτήματα αυτά . Γιατί ο Πατέρας επέμενε πως η προτίμησή του προς την περιοχή που αργότερα θα ονομαζόταν Βριλήσσια, επήγαζε από την διαπίστωση, που είχε κάνει, μετά από πολλές έρευνες, ότι το κλίμα ήταν πολύ υγιεινό και πως η περιοχή ήταν απαλλαγμένη από υγρασία. Όπως κι αν ήταν πάντως, το βέβαιο είναι πως οι πρώτοι εκείνοι οικιστές ταίριαζαν θαυμάσια μεταξύ τους (τουλάχιστον οι περισσότεροι) και έβαλαν γερά θεμέλια για την ανάπτυξη του νέου αυτού οικισμού.
Όταν ο οικισμός άρχισε πλέον να μορφοποιείται και να οργανώνεται, κρίθηκε πως ήρθε η ώρα να... βαφτιστή. Έτσι, κάπου στα τέλη του 1934 ή αρχές του 1935, άρχισε η αναζήτηση του κατάλληλου ονόματος.
Ο πατέρας γνωριζόταν με τον Παύλο Νιρβάνα (σ.σ. βλ. φωτογραφία). Χωρίς να είναι φίλοι, τους συνέδεε ίσως το γεγονός πω και οι δύο ήσαν γιατροί. Γιατί, όπως όλοι γνωρίζουμε, ο Πέτρος Αποστολίδης (αυτό ήταν το πραγματικό όνομα του Νιρβάνα) ήταν αρχίατρος στο Ναυτικό. Πιο κατάλληλος ανάδοχος δεν μπορούσε, βέβαια, να βρεθεί . Έτσι, ο πατέρας ανέλαβε να τον προσκαλέσει (Και να τον μεταφέρει με το αυτοκίνητό του αφού συγκοινωνία δεν υπήρχε). Κάποιο καλοκαιριάτικο απόβραδο, λοιπόν, όλοι οι οικιστές υποδέχονταν τον πνευματώδη και καλοκάγαθο λογοτέχνη. στην “πλατεία”, κάτω από το μεγάλο πεύκο, που υπήρχε μπροστά στο καφενείο του Μπινιάρη. Πλατεία, βέβαια, δεν υπήρχε. Αλλά έτσι αποκαλούσαν μια εκτεταμένα αλάνα, καμιά πενηνταριά μέτρα ανατολικά τα λεωφόρου Πεντέλης, οπού είχε αποφασισθεί η ανέγερση εκκλησίας.
Πρόθυμος και φιλομειδής, όπως πάντα, ο Νιρβάνας άρχισε τις συζητήσεις με τους οικιστές, προσπαθώντας να αρυσθή κάποια πληροφορία, που α του έδινε το ερέθισμα και την έμπνευση για την επιλογή της κατάλληλης ονομασίας.
Σε κάποια στιγμή ερώτησε:
- Μήπως υπάρχει εδώ γύρω κανένα ποτάμι;
Όλοι οι παρευρισκόμενοι κοιτάχθηκαν απορημένοι και χαμογέλασαν. Γιατί η περιοχή ήταν ολότελα άνυδρη. Κάποιος, όμως, έσπευσε να απαντήσει:
- Και βέβαια υπάρχει! Είναι το ρέμα που κατεβαίνει από την Πεντέλη και φθάνει μέχρι το Χαλάνδρι. Στα παλιά χρόνια ονομαζόταν Βριλησσός.
Το βλέμμα του Νιρβάνα άστραψε:
- Δεν είμαι διόλου βέβαιος, παρατήρησε, πως η πληροφορία που μου δίνετε είναι ιστορικά ορθή. Για κείνο, όμως, που είμαι βέβαιος, είναι πω κατά την αρχαιότητα, τούτο το ευλογημένο βουνό, που βλέπουμε αντίκρυ μας, πριν ονομασθεί Πεντέλη, λεγόταν Βριλησσός. Και κατέληξε:
- Βριλήσσια, λοιπόν, ας βαφτίσουμε τον οικισμό σας φίλοι μου!
Έτσι, ο Παύλος Νιρβάνας έγινε ο ανάδοχος των Βριλησσίων. Το περιστατικό αυτό μου είχε διηγηθεί κάποτε (στα μαύρα χρόνια της Κατοχής όταν υποχρεωτικά κλεισμένοι από νωρίς στα σπίτια μας περνούσαμε τις ώρες μας αναθυμούμενοι παλαιές ιστορίες) ο πατέρας. Δυστυχώς, η παιδική ηλικία μου, ήμουν τότε μόλις 11 χρονών, δεν επέτρεπε ορθή εκτίμηση της σημασίας αυτής της μαρτυρίας. Άφησα, λοιπόν, την ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλλευτη χωρίς να προσπαθήσω να συγκεντρώσω περισσότερες και πιο συγκεκριμένες πληροφορίες. Έχει κυλήσει, από τότε, περισσότερο από μισός αιώνας κι έχω πολλές φορές μετανιώσει για την παιδική εκείνη αδιαφορία. Αλλά είναι πολύ αργά πλέον...
(Από το ανέκδοτο βιβλίο του Κώστα Χατζιώτη "Βριλήσσια, ο ερημότοπος που έγινε πολυάνθρωπος Δήμος")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου